Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2012

ΦΩΤΟΒΟΛΤΑΪΚΑ:Όταν ο ήλιος ... συνεχίζει να πληρώνει

ΦΩΤΟΒΟΛΤΑΪΚΑ:Όταν ο ήλιος ... συνεχίζει να πληρώνει

Όπως είναι φυσικό, μετά τις πρόσφατες αλλαγές στις ταρίφες, το ερώτημα που τίθεται αφορά στα οικονομικά οφέλη που, πλέον, θα έχει ένας επενδυτής από την εγκατάσταση φ/β συστήματος.

Στο συγκεκριμένο θέμα, σας παρουσιάζουμε τις αποδόσεις που μπορεί να επιτύχει κάποιος από την εγκατάσταση συστήματος ισχύος 10 kWp, ενώ προχωρούμε και σε μια σύγκριση με τα όσα ισχύουν στην Ευρώπη.

     Η νέα τιμή-"ταρίφα":Στα 0,250 ευρώ ανά κιλοβατώρα τοποθετείται η ταρίφα αγοράς ρεύματος από τους οικιακούς παραγωγούς ρεύματος μέσω των φωτοβολταϊκών, με βάση και τα όσα είχατε την ευκαιρία να διαβάσετε και στις προηγούμενες σελίδες.

    Για να δούμε πώς μεταφράζονται οι πρόσφατες αλλαγές σε επίπεδο χρηματικού οφέλους, παρουσιάζουμε τις αποδόσεις ενός οικιακού συστήματος ισχύος 10 kWp σε ταράτσα. Στην εν λόγω μελέτη έχουν συμπεριληφθεί όλες οι χρηματοοικονομικές αποδόσεις με τα νέα δεδομένα.
       Όπως προκύπτει, με τις προηγούμενες τιμές που ίσχυαν, τα καθαρά κέρδη στην 25ετία ήταν πέντε φορές μεγαλύτερα σε σύγκριση με το κόστος της επένδυσης. Πλέον, με τα νέα δεδομένα, ο υποψήφιος οικιακός επενδυτής πετυχαίνει κέρδος-στα 25 χρόνια-κατά 270% επί του κεφαλαίου (δηλαδή παίρνει κάποιος 2,7 φορές τα χρήματα που κόστισε το φωτοβολταϊκό του σύστημα). Είναι αλήθεια ότι, πριν αλλάξει το καθεστώς αγοράς ενέργειας από τα φωτοβολταϊκά, τα κέρδη ήταν μεγάλα και δεν μπορούσε κάποιος να τα συναντήσει σε οποιαδήποτε άλλη μορφή επένδυσης. Όμως, κοιτάζοντας κανείς τις αποδόσεις με τις νέες τιμές, θα μπορέσει να αντιληφθεί ότι, η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών παραμένει αποδοτική και ειδικά μέσα από το πρίσμα της εποχής μας όπου τα πάντα βρίσκονται σε καθοδική τροχιά.
       Τέλος, όπως προκύπτει και από την έρευνα που κάναμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μεταξύ 13 ευρωπαϊκών πόλεων, η Αθήνα καταλαμβάνει την 5η θέση από άποψη απόδοσης κεφαλαίου και την 3η θέση με βάση τα καθαρά κέρδη σε βάθος 25ετίας.

Τα δεδομένα του συστήματος  ΦΒ Στέγης

Τα δεδομένα του παραδείγματός μας αφορούν στην εγκατάσταση ενός οικιακού φωτοβολταϊκού ονομαστικής ισχύος 9,87 KWp σε στέγη, στην Αθήνα. Σύμφωνα με τα συγκεκριμένα δεδομένα στην υπό μελέτη επιφάνεια, μπορούν να τοποθετηθούν 42 πάνελ των 235 Wp έκαστο. Οι διαστάσεις των πάνελ που προδιαγράφηκαν είναι 99cm X 166cm X 0,50cm, η δε ονομαστική τους ισχύς 235 W. Τέλος, η κλίση της στέγης σε σχέση με το οριζόντιο επίπεδο είναι 300 και η εγκατάσταση είναι απόλυτα νότια (0ο απόκλιση από τον Νότο).

Τι μας αποφέρει το σύστημα

Στους  εμφαινόμενους πίνακες παρουσιάζονται η ετήσια απόδοση του συστήματος, αλλά και τα οφέλη του οικιακού επενδυτή σε βάθος 25ετίας, για μια εγκατάσταση που κοστίζει συνολικά 23.000 ευρώ (με ΦΠΑ και το κόστος σύνδεσης με τη ΔΕΗ). Η ετήσια απόδοση του συστήματος φτάνει τις 15.265 kWh, κάτι το οποίο μεταφράζεται σε 3.816 ευρώ κέρδος τον πρώτο χρόνο. Σε ορίζοντα 25ετίας, δηλαδή όσο διαρκεί η αίτηση συμψηφισμού που υπογράφεται με τη ΔΕΗ, ο επενδυτής θα έχει καθαρό κέρδος της τάξης των 62.293 ευρώ (η συγκεκριμένη τιμή περιλαμβάνει και την απόσβεση του κόστους εγκατάστασης του συστήματος). Επομένως, με βάση τα νέα δεδομένα, η ετήσια απόδοση του κεφαλαίου που επενδύεται ανέρχεται στο 10,8% περίπου, δηλαδή το μέσο καθαρό ετήσιο κέρδος διαμορφώνεται στα 2.492 ευρώ σε βάθος 25ετίας. Επίσης, τονίζουμε ότι, ο χρόνος απόσβεσης του κόστους εγκατάστασης τοποθετείται στα 7 χρόνια περίπου, σε σύγκριση με τις ταρίφες που ίσχυαν όπου η απόσβεση του συστήματος γινόταν σε 3 χρόνια περίπου. Επίσης, καθʼ όλη τη διάρκεια της επένδυσης, η ετήσια απόδοση επί του κεφαλαίου που επενδύθηκε (κόστος συστήματος), αυξάνει κατά πολύ. Δηλαδή, αν από τα κέρδη της 25ετίας δεν αφαιρέσουμε το ύψος της επένδυσης, τότε η ετήσια απόδοση επί του κεφαλαίου ανέρχεται στο 14,9% που σημαίνει 3.412 ευρώ ετήσια κέρδη κατά μέσο όρο.

Παραμένει ελκυστική η επένδυση στα φωτοβολταϊκά

       Ακόμη και με βάση τη νέα ταρίφα, η επένδυση στα φωτοβολταϊκά αποδεικνύεται αρκετά προσοδοφόρα, καθώς η ετήσια απόδοση κεφαλαίου που παρατηρείται (στην περίπτωση μας 10,8%), δεν συναντάται σε καμία άλλη μορφή αποταμίευσης. Επίσης, θα πρέπει να τονίσουμε ότι, μπορούμε να μεγιστοποιήσουμε τα κέρδη μας, στην περίπτωση που επιλέξουμε ένα φθηνότερο σε κόστος σύστημα.
         Για παράδειγμα, αν το φωτοβολταϊκό που εγκαταστήσουμε κοστίζει 20.000 ευρώ ή και χαμηλότερα, τότε η ετήσια απόδοση του κεφαλαίου μας αυξάνεται. Εκτός των παραπάνω, λαμβάνοντας υπʼ όψιν τη συνεχώς αυξανόμενη παραγωγή των υλικών που συμπιέζει τις τιμές και εντείνει τον ανταγωνισμό, καθώς και τη συνεχή βελτίωση της τεχνολογίας και των αποδόσεών τους, εξάγεται το συμπέρασμα ότι, στο άμεσο μέλλον, τα οφέλη για τον υποψήφιο επενδυτή παραμένουν “υψηλού” ενδιαφέροντος.
       Έτσι, όσοι σκέφτονται να προχωρήσουν στην εγκατάσταση φωτοβολταϊκού συστήματος στην κατοικία τους, θα πρέπει να προβούν σε μια μεθοδική έρευνα, ώστε να επιτύχουν τον καλύτερο δυνατό συνδυασμό εξοπλισμού /κόστους.
       Επομένως, σε συνεργασία με τους ειδικούς της αγοράς, θα μπορέσετε να βρείτε το σύστημα που αντεπεξέρχεται στα οικονομικά και τεχνικά στάνταρ που έχετε θέσει, ώστε να κινηθείτε άμεσα καθώς η τιμή των 0,250 ευρώ/κιλοβατώρα θα ισχύει για έξι μήνες.
       Σε κάθε περίπτωση, η τοποθέτηση φωτοβολταϊκών είναι η καλύτερη κίνηση που θα μπορούσε να κάνει κάποιος που επιθυμεί να επενδύσει τις αποταμιεύσεις του, ακόμη και μετά από τις τελευταίες εξελίξεις, καθώς οι αποδόσεις παραμένουν υψηλές και δυσεύρετες.
       Επίσης, σε όλα τα παραπάνω υπολογίστε ότι το φωτοβολταϊκό σύστημα που θα εγκαταστήσετε θα συνεχίζει να λειτουργεί-παράγει και μετά την 25ετια. Αυτό σημαίνει ότι θα παράγει περίπου 12.000 kWh το χρόνο, κάτι που μεταφράζεται σε ετήσια έσοδα 3.000 ευρώ περίπου με τη σημερινή τιμή. Έτσι, η ενέργεια αυτή μπορεί να αποτελέσει προϊόν συναλλαγής με τη ΔΕΗ (ανάλογα με τα όσα θα ισχύουν τότε) ή να χρησιμοποιηθεί για αυτοκατανάλωση-εξοικονόμηση. Επομένως, εκτός από τα περιβαλλοντικά οφέλη που πηγάζουν από την τοποθέτηση φ/β συστήματος, μπορούμε να εκμεταλλευτούμε οικονομικά την εγκατάσταση και μετά την 25ετια που διαρκεί η σύμβαση συμψηφισμού, αυξάνοντας παράλληλα την υπεραξία του ακίνητου μας.

3η σε απόδοση στην Ευρώπη

      Το ερώτημα που τίθεται εύλογα, μετά και τις τελευταίες αλλαγές, αφορά στο τι ισχύει στην Ευρώπη και ποιες χώρες είναι άραγε ωφελημένες όσον αφορά στην εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων.
        Για να δούμε τι τελικά ισχύει, προχωρήσαμε στη σύγκριση των αποδόσεων ενός συστήματος 10 kWp (με τα ίδια χαρακτηριστικά που αναφέρθηκαν και στις προηγούμενες σελίδες), σε 13 πόλεις ευρωπαϊκές πόλεις μεταξύ των οποίων βρίσκεται και η Αθήνα.

H «ηλιοφάνεια» της Ελλάδας ο σημαντικότερος σύμμαχος

Μπορεί οι πρόσφατες αλλαγές στην εγγυημένη τιμή αγοράς ηλεκτρικού ρεύματος από φωτοβολταϊκά να μας κατατάσσουν στην 8η θέση από πλευράς ύψους ταρίφας (πρώτη είναι η Σλοβενία με 0,4155 ευρώ/kWh, δεύτερο το Βέλγιο με 0,4150 ευρώ/kWh και τρίτο το Λουξεμβούργο με 0,3696 ευρώ/kWh), ωστόσο στην πράξη, η συγκεκριμένη επένδυση παραμένει ελκυστική λόγω των κλιματολογικών συνθηκών που επικρατούν στη χώρα μας. Έτσι, από πλευράς απόδοσης ενός συστήματος ισχύος 10 kWp, στην Ελλάδα παράγονται σε ετήσια βάση 15.265 kWh, καταλαμβάνοντας την 4η θέση (οι υψηλότερες αποδόσεις παρατηρούνται σε Κύπρο, Πορτογαλία και Ισπανία).
       Το παραπάνω δεδομένο σε συνδυασμό με το ότι, η χώρα μας συνάπτει 25ετούς διάρκειας συμβάσεις συμψηφισμού, αυξάνει κατά πολύ τα καθαρά κέρδη σε βάθος χρόνου, αφού σύμφωνα με τον παραπάνω πίνακα, ο οικιακός επενδυτής θα κερδίσει 62.293 ευρώ (3η θέση μεταξύ των υπολοίπων ευρωπαϊκών πόλεων μαζί με την απόσβεση της επένδυσης). Δηλαδή, αρκετά παραπάνω χρήματα σε σύγκριση με χώρες που εφαρμόζουν αρκετά υψηλότερες ταρίφες.
       Αντίστοιχα, υψηλή παραμένει και η απόδοση του κεφαλαίου της επένδυσης, αφού η Ελλάδα αποσπά την 5η θέση με 10,84%, με τις πρώτες θέσεις να καταλαμβάνονται από την Κύπρο και την Ισπανία, με 15,08% και 13,85% αντίστοιχα. Επίσης, τονίζουμε ότι, στις άλλες χώρες εντοπίζονται και ορισμένες ιδιαιτερότητες, όπως για παράδειγμα στην Ισπανία, όπου υπάρχει πλαφόν στην αγορά ενέργειας, στις 1.250 kWh ετησίως.
        Οπότε, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι, παρότι η μείωση της ταρίφας ήταν μεγάλη, η Ελλάδα παραμένει ανταγωνιστική και η συγκεκριμένη μορφή επένδυσης είναι ελκυστική (η ετήσια απόδοση του κεφαλαίου φτάνει το 10,84%), λόγω των κλιματολογικών συνθηκών αλλά και της μεγάλης διάρκειας της σύμβασης συμψηφισμού που ανέρχεται στα 25 έτη.

πηγή: http://www.4green.gr/data/fotovoltaika/news/preview_news/92670.asp#photo2



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου